της ΑΜΑΛΙΑΣ ΦΛΕΓΓΑ
Από χτες Σάββατο του Λαζάρου μπήκαμε στις Άγιες μέρες του Πάσχα.
Σήμερα Κυριακή των Βαΐων, στο χωριό πηγαίναμε στην εκκλησιά για να πάρουμε βάγια. Τα κλωνάρια των βαγιών τα κρεμούσαμε στο κατώι του σπιτιού και τα είχαμε χρονικής, για τις φακές, το κοκκινιστό και ότι κρεατικό ψήναμε στο χτιστό φούρνο. Η Κυριακή των Βαΐων, ήτανε μέρα χαλάρωσης και ξεκούρασης.
Από τη Μ. Δευτέρα οι νοικοκυρές άρχιζαν τη φασίνα για το Πάσχα. Στο χωριό οι δουλειές γίνονταν πάντα με την ίδια ιεροτελεστία, χωρίς να ξεφεύγουμε σχεδόν ποτέ από το πρόγραμμα. Μ. Δευτέρα αρχίζαμε να καθαρίζουμε το σπίτι. Βγάζαμε τα χαλιά και τις κουβέρτες, τις καραμελωτές και τις φλοκάτες και πηγαίναμε στο ρέμα να τα πλύνουμε.
Εκεί κάθε σπίτι -καθώς το ρέμα διέσχιζε το χωριό- είχε το δικό του «βούθνα» ( βαθιά και ανοιχτή γούρνα), όπου έπλενε τα στρωσίδια. Βάζαμε ένα-ένα το στρωσίδι στο βούθνα, το πατούσαμε με τα πόδια να μουσκέψει, το φέρναμε σβούρες με τα χέρια και το βγάζαμε έξω πάνω σε μια πλατιά πέτρα και αρχίζαμε το κοπάνημα με τον κόπανο – ένα γερό στενόφαρδο ξύλο – ώστε να φύγει η μούρκα και να λαγαρίσει (καθαρίσει ) το νερό. Τότε βγάζαμε το στρωσίδι πάνω σε φαρδιές πέτρες να στραγγίξει από τα νερά, το ζαλωνόμασταν μετά στον ώμο και πηγαίναμε να τα απλώσουμε στους φράχτες του κήπου για να στεγνώσουν. Η δουλειά αυτή κρατούσε όλοι τη Μ. Δευτέρα γιατί κάθε στρωσίδι ήθελε γερό κοπάνημα, αλλά και ήταν αρκετά καθώς οι οικογένειες ήταν πολυμελής…
Τη Μ. Τρίτη γίνονταν το ασβέστωμα του σπιτιού -μέσα , έξω – τοίχοι, πεζούλια, πεζουλάκια, δρομάκια, παραδρομάκια μέχρι και τις πέτρες που είχαμε γύρω από κάθε λογής λουλούδι, και κάθε κορμό δέντρου είχαμε στο βεληνεκές του σπιτιού. Ο μεγάλος μας φόβος ήταν μην βρέξει, γιατί έπρεπε να αρχίσουμε τη δουλειά απ την αρχή. Το χωριό μύριζε ασβέστη και αν περνούσε κανείς αυτή τη μέρα απ’το χωριό,θα θεωρούσε πως βρίσκεται σε εργοτάξιο με τόσο ασβέστη που αντίκριζε…
Τη Μ. Τετάρτη η καθαριότητα είχε τελειώσει και βγαίναμε στον κήπο.
Αυτή τη μέρα φυτεύαμε τις ντομάτες, πιπεριές και κάθε άλλο είδος φυτό που βάζαμε για το καλοκαίρι. Θεωρητικά ήταν η πιο δύσκολη μέρα της εβδομάδας γιατί ο κήπος ήθελε ξεχορτάριασμα, σκάψιμο, φύτεμα κ.τ.λ.
Φτάνοντας η Μ. Πέμπτη νωρίς το πρωί, αχάραγα σχεδόν, βγάζαμε έξω στην αυλή ένα κατακόκκινο πανί -το οποίο απ’ τη μια συμβόλιζε τη Σταύρωση και το Αίμα του Χριστού και απ’ την άλλη το είχαμε και σαν προστασία από τον κεραυνό- (κεραυνοί πέφτανε συνέχεια στα δέντρα του χωριού ,αλλά ποτέ δεν συνέβη κάτι …τώρα αν ήταν το κόκκινο πανί της Μ. Πέμπτης η αιτία δεν ξέρω…). Στη συνέχεια βάφαμε τα αυγά. Πάντα κόκκινα και μόνο κόκκινα. Το πρώτο αυγό το βάζαμε στο εικόνισμα του σπιτιού και με αυτό μας ξεμάτιαζε η γιαγιά η Φλέγγαινα αν είχαμε πονοκέφαλο. Φτιάχναμε τα πασχαλιάτικα κουλούρια τα τσουρέκια και τα γλυκά του Πάσχα, τα οποία μοσχομύριζαν και ήταν πειρασμός για μας, καθώς λόγω της νηστείας δεν μπορούσαμε να τα δοκιμάσουμε. Θυμάμαι να πηγαίνω και να ξεσκεπάζω λίγο τα ταψιά και να απολαμβάνω αυτή την απαγορευμένη μυρωδιά, που με χόρταινε και με προϊδέαζε για το μεγάλο φαγοπότι. Το βράδυ για πρώτη φορά ερχότανε παπάς και πηγαίναμε στην εκκλησία για τα Δώδεκα Ευαγγέλια!!!! Κάποιες φορές δεν είχαμε παπά ακόμα και την Ανάσταση και τότε πηγαίναμε καροτσάδα με το τρακτέρ στα γειτονικά χωριά, κυρίως στα Καμπιά.
Τη Μ. Παρασκευή με το που ξυπνούσαμε η μάνα περίμενε με το κουτάλι και πριν βάλουμε ούτε γουλιά νερό στο στόμα μας, μας πότιζε μια κουταλιά ξύδι, μικρή δική μας συμβολή στα Πάθη του Χριστού. Η μέρα αυτή ήταν μέρα στενάχωρη , δεν μας άφηναν να ανοίξουμε ούτε υο ραδιόφωνο, δεν στρώναμε τραπέζι και ότι τρώγαμε ήταν αλάδιαγο. Συνήθως το φαϊ της μέρας ήταν ψωμί και κρεμμύδι φρέσκο. Εκεί κοντά στο μεσημέρι και ενώ τα αγόρια γυρνούσαν από το μοιρολόι της Παναγιάς, τα κορίτσια βγαίναμε να μαζέψουμε λουλούδια για τον Επιτάφιο. Τον Επιτάφιο στο χωριό τον στολίζαμε πάντα το μεσημέρι της Μ. Παρασκευής και τον τελειώναμε λίγο πριν τις τρεις, όπου γίνονταν η Αποκαθήλωση. Το βράδυ ψάλλονταν η ακολουθία του Επιτάφιου και με αναμμένα κεριά κάναμε την περιφορά στο χωριό. Χαρακτηριστικό του χωριού μας ήταν και είναι ως σήμερα, ότι τον Επιτάφιο τον πηγαίναμε και διαβάζαμε και στο νεκροταφείο του χωριού.
Αυτά σε γενικές γραμμές συνέβαιναν στο χωριό τις μέρες τις Μ. Εβδομάδας, και τα περισσότερα απ’ τα οποία τουλάχιστον η μάνα μου τηρεί ακόμα. Αξίζει εδώ να σημειώσω ότι οι «λυπητερές» μέρες της Μ. Εβδομάδας για μας τα παιδιά, νομίζω και για τους μεγάλους, τελείωναν ξημερώματα του Μ. Σαββάτου, όπου το κλίμα και οι προετοιμασίες για το πασχαλιάτικο τραπέζι, γίνονταν σε εντελώς διαφορετικό κλίμα.
[…] Πηγή:Γκαρδικιώτικες κουβέντες […]
Μου αρέσει!Μου αρέσει!